Πολιτικός Επιστήμων
Συνήθως παραπονούμεθα ότι οι νεαροί μαθητές δεν ξέρουν να απαντήσουν τι γιορτάζουμε την 25η Μαρτίου. Όμως ευθύνες φέρουμε και εμείς οι μεγαλύτεροι. Όχι μόνο γι αυτά που δεν διδάσκουμε, αλλά κυρίως γι’ αυτά που διδάσκουμε διαστρεβλωμένα. Δυστυχώς και στη περίπτωση της Ελληνικής Επαναστάσεως έχουμε δει διάφορες ιδεολογικές ερμηνείες, οι οποίες καταλήγουν σε παρερμηνείες. Υπό το πρίσμα ορισμένων ιδεοληψιών ή με την Προκρούστειο λογική των προκατασκευασμένων ερμηνειών προσπαθούν κάποιοι μελετητές να δουν τα γεγονότα όπως εκείνοι θα ήθελαν να έχουν συμβεί. Ιστορία, όμως, σημαίνει να μελετάς τις πηγές, τα κείμενα των πρωταγωνιστών, να μπαίνεις στο κλίμα της εποχής. Οι ίδιοι, λοιπόν, οι αγωνιστές του 1821 δηλώνουν στα πολυάριθμα κείμενά τους (Απομνημονεύματα, διηγήσεις, Προκηρύξεις, Συντάγματα κλπ) ότι ο αγώνας τους είχε καθαρά εθνικό και απελευθερωτικό χαρακτήρα και ότι η Ορθόδοξη Πίστη και Εκκλησία ήταν ένας από τους στυλοβάτες της προσπάθειάς τους. Οι κυριώτερες παρερμηνείες που γράφονται σήμερα είναι οι εξής:
1) Η ταξική ερμηνεία: Ο Γιάννης Κορδάτος παλαιότερα και αρκετοί μαρξιστές ιστορικοί διεκήρυξαν ότι το 1821 δεν είχε εθνικό χαρακτήρα, αλλά ταξικό. Ότι ήταν αγώνας μεταξύ κοινωνικών τάξεων όπου οι φτωχοί και οι αστοί είχαν επαναστατική διάθεση κατά των πλουσίων και των προκρίτων. Δεν έχουν όμως σοβαρά επιχειρήματα να το στηρίξουν. Γι αυτό και ήδη από το 1980 το Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών κατέληξε ότι δεν πρέπει να υποβαθμίζεται ο εθνικός χαρακτήρας της Επαναστάσεως. Άλλωστε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης θέλοντας ακριβώς να διαχωρίσει την Ελληνική Επανάσταση από την Γαλλική έγραψε ξεκάθαρα ότι « η Επανάσταση η εδική μας δεν μοιάζει με τις άλλες» .Και διευκρινίζει ότι άλλοι λαοί πολέμησαν κατά εσωτερικού εχθρού, ενώ οι Έλληνες κατά εξωτερικού δυνάστη. Την έλλειψη ταξικού χαρακτήρα καταδεικνύουν όλα τα κείμενα της εποχής. Ο πολυγραφότατος Στρατηγός Μακρυγιάννης μιλά συνέχεια για πατρίδα και θρησκεία. Και οι πρώτες διακηρύξεις των επαναστατημένων πουθενά δεν αναφέρονται σε κοινωνικά αίτια. Πόσο ταξική μπορούσε να είναι αυτή η Επανάσταση όταν βλέπουμε να συμμετέχουν και πολύ πλούσιοι; Οι Υψηλάντηδες ήσαν εύποροι Φαναριώτες. Ο Σερραίος Εμμανουήλ Παπάς άφησε πίσω του μεγάλο δίκτυο επιχειρήσεων στη Βιέννη και ήλθε για να ξεσηκώσει τη Μακεδονία. Η Μυκονιάτισα Μαντώ Μαυρογένους έδωσε ολόκληρη την περιουσία της για τον Αγώνα. Στην Πελοπόννησο οι Μαυρομιχαλαίοι, οι Δεληγιάννηδες κ.α ήσαν πρόκριτοι. Όταν, λοιπόν, ηγούνται μεταξύ άλλων και πλούσιοι και πρόκριτοι εναντίον ποίων πολεμούν; Του εαυτού τους;
2) Η άρνηση του ρόλου της Εκκλησίας. Η σχολή αυτή σκέψεως συγγενεύει με την προηγούμενη, όμως δεν αποτελείται μόνο από μαρξιστές. Γενικά συγκεντρώνει όλους εκείνους που αμφισβητούν τον σημαντικό ρόλο του Κλήρου στην προετοιμασία και στην διεξαγωγή της Επαναστάσεως. Πάλι κατασκευάζουν τεχνητά ιδεολογήματα και αρνούνται να διαβάσουν τις πηγές. Ο Δυτικομακεδών Κασομούλης στα « Ενθυμήματα Στρατιωτικά» δηλώνει ότι η γλώσσα, ο χαρακτήρας και τα έθιμα του Ελληνικού λαού διατηρήθηκαν « υπό την επαγρύπνησιν του Κλήρου μας και δια της ευλαβείας προς την αγίαν ημών θρησκείαν» .Ο Γάλλος Πουκεβίλ καταγράφει ότι στην διάρκεια της Τουρκοκρατίας και της Επαναστάσεως έχασαν την ζωή τους 11 Πατριάρχες, 100 Επίσκοποι και 10.000 ιερείς. Σε όλα σχεδόν τα επαναστατικά κινήματα επικεφαλής βρίσκονται Επίσκοποι. Ιδιαιτέρως αμφισβητήθηκε ο ρόλος του Πατριάρχου Γρηγορίου Ε’, ο οποίος κατηγορείται ότι δημοσίως δεν στήριξε την Εθνεγερσία. Αν το έκανε δημοσίως θα έθετε σε κίνδυνο πολλές χιλιάδες ψυχές. Το έκανε όμως κρυφά όπως παραδέχεται και ο Ολλανδός επιτετραμμένος στην Πόλη Γκάσπαρντ Τέστα σε έκθεση προς το Υπουργείο Εξωτερικών της χώρας του.
3) Η άρνηση της σκληρότητας των Οθωμανών. Για διαφόρους λόγους ορισμένοι σύγχρονοι ιστορικοί εξωραίζουν το Οθωμανικό καθεστώς και σχεδόν εκπλήσσονται που οι Έλληνες επαναστάτησαν. Μα αν περνούσαν τόσο καλά γιατί έκαναν συνολικά 100 εξεγέρσεις; Ούτε μία , ούτε δύο, αλλά εκατό, όπως τις καταγράφει λεπτομερώς ο Κωνσταντίνος Σάθας. Στο πλαίσιο αυτό αρνούνται την ύπαρξη Κρυφού Σχολειού λέγοντας ότι ήταν ελεύθερη η εκπαίδευση των ελληνοπαίδων. Όμως ο Βρετανός Στήβεν Ράνσιμαν που μελέτησε διεξοδικά την Τουρκοκρατία τους διαψεύδει. Μέχρι το 1750 ελάχιστα ελληνικά σχολεία λειτουργούσαν. Οι Τούρκοι λέει ο Ράνσιμαν δεν έβλεπαν με καλό μάτι τη μόρφωση των υποδούλων. Ας μην ωραιοποιούμε, λοιπόν, την Οθωμανική δεσποτεία στο όνομα της σύγχρονης ελληνοτουρκικής φιλίας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου