πρωτ. π.Γεωργίου Δορμπαράκη
1. Ο Πέτρος βιώνει διπλή αντιθετική εμπειρία: τη μία στιγμή μετέχει στο θάμβος του θαύματος - να περπατά πάνω στα κύματα, αμέσως μετά βιώνει την αγωνία του θανάτου - καταποντίζεται μέσα σ᾽ αυτά. Ζει κάτι που θα το ζήσει και αργότερα, όταν τη μία στιγμή θα ομολογεί με φωτισμό του Θεού ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού του ζώντος, κάτι που θα το επιβεβαιώσει και ο Κύριος, και την άλλη στιγμή θα δέχεται τον αυστηρότατο έλεγχο του Ίδιου ότι αποτελεί σκάνδαλο για Εκείνον, διότι ῾φρονεί τα των ανθρώπων και ου τα του Θεού᾽. Αιτία για την εναλλαγή αυτή είναι η αστάθεια στην πίστη πρός τον Χριστό, που τον κάνει να κυμαίνεται μεταξύ πίστεως και ολιγοπιστίας: στην πρώτη περίπτωση – να περπατά πάνω στα κύματα – διαπιστώνουμε την πίστη του στα λόγια και την παρουσία του Κυρίου, στην άλλη – τον καταποντισμό - διαπιστώνουμε την ολιγοπιστία του ή και την απιστία του ακόμη σ᾽ Εκείνον. Αλλά το έχουμε εξηγήσει και άλλοτε: δεν έχει έλθει ακόμη η Πεντηκοστή, ώστε με τη δύναμη του αγίου Πνεύματος να παγιωθεί αυτός και οι άλλοι μαθητές στη χαρισματική κατάσταση της αληθινής χριστιανικής πίστεως.
2. Φυσιολογικά, θα έπρεπε ο απόστολος Πέτρος να συνεχίσει την επί των υδάτων πορεία του όχι μόνο διότι τον κάλεσε ο Χριστός, σαν μία υπακοή επομένως στον λόγο Του, αλλά και διότι πρίν από κάποιο διάστημα ο ίδιος και οι άλλοι μαθητές σε πλοιάριο πάλι ευρισκόμενοι, μαζί με τον Κύριο όμως, όταν κινδύνευσαν από τη θαλασσοταραχή και απευθύνθηκαν έντρομοι σ᾽ Εκείνον, που φαινόταν να κοιμάται, είδαν, μέσα σε θάμβος πάλι, τον Διδάσκαλό τους να διατάσσει τον άνεμο και τα κύματα να γαληνέψουν. Κι έγινε αμέσως γαλήνη μεγάλη, ώστε διερωτώντο ποιος ήταν τελικώς Αυτός τον Οποίο ακολουθούσαν.
3. Τι ήταν εκείνο που προκάλεσε αυτήν τη μετάπτωση από την πίστη στην ολιγοπιστία; Η ευαγγελική διήγηση με πολλή ενάργεια μας δίνει την απάντηση: ο Πέτρος, όσο ήταν στραμμένος προς τον Χριστό, όσο ατένιζε Εκείνον που τον καλούσε, μπορούσε και περπατούσε σαν σε ξηρά: σταθερά και με αυτοπεποίθηση. Μόλις όμως η προσοχή του μετατοπίζεται από τον Χριστό στη φουρτουνιασμένη από τον ισχυρό άνεμο θάλασσα, συνειδητοποιεί τη μη λογική κατάσταση και η όποια πίστη του κλονίζεται και χάνεται. Ο καταποντισμός του λοιπόν είναι γεγονός. Έτσι διαπιστώνει κανείς πολύ καθαρά ότι η προσήλωση στον Χριστό, η ενατένιση του προσώπου Του, όταν είναι ανταπόκριση στην κλήση Του, συνιστά το γεγονός της πίστεως, το οποίο οδηγεί στην υπέρβαση των όποιων προβλημάτων του ανθρώπου, κι ακόμη: στην υπέρβαση των λογικών στηριγμάτων της εμπειρίας του, η οποία (εμπειρία) αρνείται, όπως στο υπόψη γεγονός, την αποδοχή του ύδατος ως ξηράς. Με άλλα λόγια, όταν ο άνθρωπος καταλαμβάνεται από το πρόσωπο του Χριστού, όταν Τον κάνει κέντρο της ύπαρξής του, εκεί βιώνει καταστάσεις πάνω από το θεωρούμενο φυσιολογικό. ῾Πιστεύεις ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι;᾽, είναι η ερώτηση την οποία θέτει ο Κύριος, κάθε φορά που πρόκειται να επιτελέσει ένα θαυμαστό γεγονός. Από την άλλη, όταν ο άνθρωπος χάσει την επαφή αυτή με τον Χριστό, όταν καταληφθεί από άλλα στοιχεία, απειλητικά για την ύπαρξή του, σαν τον Πέτρο με τα τεράστια κύματα, μοιάζει να ῾παγώνει᾽ από τον φόβο του και να βιώνει, όπως είπαμε, την αγωνία του θανάτου. ‘Ισως μπορεί κανείς να θυμηθεί εν προκειμένω το περιστατικό από την Παλαιά Διαθήκη με τη γυναίκα του Λωτ που ῾πέτρωσε᾽ κι έγινε ῾στήλη άλατος᾽: κι η γυναίκα αυτή χάνει την επαφή της με τον Θεό, διότι δείχνει ανυπακοή στο θέλημά Του, και η προσοχή της, στην περίπτωση εκείνη από περιέργεια, στρέφεται προς τη μαινόμενη φύση: τη βροχή από θειάφι. Και ῾πετρώνει᾽. Καταποντίζεται.
4. Η περίπτωση του Πέτρου λειτουργεί τυπολογικά: ξέρουμε πια οι πιστοί ότι κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε πρόβλημα στη ζωή μας – και ποιος είναι εκείνος που θα ισχυριστεί ότι δεν έχει προβλήματα, προερχόμενα είτε από το περιβάλλον του είτε από τον εαυτό του με τα πάθη του είτε από τον ίδιο τον διάβολο; - η λύση είναι όχι η εμμονή μας στο πρόβλημα, αλλά η εν πίστει στροφή μας προς τον Χριστό. Το ῾Κύριε, σώσον με᾽ ή αλλιώς ῾Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με᾽ πρέπει να αποτελεί την αδιάκοπη κραυγή μας, τη συνεχή προσευχή μας. Το θέμα δηλαδή είναι να μη χάνουμε την επαφή μας με Εκείνον. Όταν ο λόγος του Θεού και οι άγιοί μας στη συνέχεια μιλούν για την ῾κόλλησιν᾽ που πρέπει να έχει ο άνθρωπος στον Θεό, και μάλιστα στο πρόσωπο του Χριστού - ῾εκολλήθη η ψυχή μου οπίσω σου, εμού δε αντελάβετο η δεξιά Σου᾽ σημειώνει ο ψαλμωδός για παράδειγμα - δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να μιλούν για τη σωτηρία που ο άνθρωπος ζει με τον τρόπο αυτό. Η ῾κόλλησις᾽ αυτή είναι ακριβώς η αδιάκοπη, όπως είπαμε, ενατένιση του προσώπου του Χριστού. ῾Τι κάνεις εδώ;᾽ ρώτησε κάποια φορά ένας ιερέας κάποιον γέροντα, που καθημερινά ερχόταν στον ναό και καθόταν ώρες απέναντι στην εικόνα του Χριστού στο τέμπλο. ῾Τον βλέπω και με βλέπει, κι αυτό μου φτάνει᾽ απάντησε δακρυσμένος ο γέροντας. Να βλέπω τον Χριστό, που με βλέπει πάντοτε με το πλήρες αγάπης βλέμμα Του, αυτό συνιστά τη σωτηρία μας. Να θυμόμαστε όμως εξίσου ότι κατεξοχήν τον Κύριον Τον ῾βλέπουμε᾽, όταν είμαστε προσηλωμένοι και προσκολλημένοι στίς άγιες έντολές Του. Ο Ίδιος βεβαίωσε ότι εκεί βρίσκεται κρυμμένος και δι᾽ αυτών φανερώνεται μέσα στις καρδιές των ανθρώπων. Είναι μία πραγματικότητα, η οποία μας προκαλεί να ῾πειραματιστούμε᾽ πάνω της, προκειμένου να την επιβεβαιώσουμε.
῾Βλέπων δε (ο Πέτρος) τον άνεμον ισχυρόν εφοβήθη, και αρξάμενος καταποντίζεσθαι έκραξε λέγων: Κύριε, σώσον με᾽.
Ένα εξαιρετικά θαυμαστό γεγονός μάς περιγράφει το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, το οποίο κάνει τους μαθητές του Κυρίου να μείνουν έκθαμβοι για μία ακόμη φορά μπροστά στη θεϊκή ενέργεια του Διδασκάλου τους. Ο Κύριος έχει διαλύσει τα πλήθη που Τον ακολουθούσαν, έχει στείλει τους μαθητές Του με πλοιάριο, παρ᾽ όλη τη θαλασσοταραχή, στην απέναντι όχθη από εκεί που βρίσκονταν, έχει αποσυρθεί σε πολύωρη προσευχή στο όρος, και ξαφνικά εμφανίζεται ξημερώματα στους ταλαιπωρημένους από την ταραγμένη θάλασσα μαθητές Του, περπατώντας πάνω στα κύματα. Η αντίδραση των μαθητών ήταν εντελώς φυσική: τρόμαξαν και αμφισβήτησαν την πραγματική παρουσία Του. Κι ο Πέτρος, προκειμένου να πειστεί ότι όντως είναι ο Κύριος, ζητά από Αυτόν να έρθει κοντά Του, με τον ίδιο θαυμαστό τρόπο που και Εκείνος βρισκόταν εκεί: να περπατήσει δηλαδή πάνω στα κύματα, κάτι που γίνεται. Μα στην πορεία ο Πέτρος κλονίζεται και αρχίζει να καταποντίζεται. Στον πανικό του κραυγάζει προς τον Κύριο να τον σώσει, κι ο Κύριος βεβαίως ανταποκρίνεται αμέσως, ελέγχοντας όμως τον μαθητή του για την ολιγοπιστία του.
1. Ο Πέτρος βιώνει διπλή αντιθετική εμπειρία: τη μία στιγμή μετέχει στο θάμβος του θαύματος - να περπατά πάνω στα κύματα, αμέσως μετά βιώνει την αγωνία του θανάτου - καταποντίζεται μέσα σ᾽ αυτά. Ζει κάτι που θα το ζήσει και αργότερα, όταν τη μία στιγμή θα ομολογεί με φωτισμό του Θεού ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού του ζώντος, κάτι που θα το επιβεβαιώσει και ο Κύριος, και την άλλη στιγμή θα δέχεται τον αυστηρότατο έλεγχο του Ίδιου ότι αποτελεί σκάνδαλο για Εκείνον, διότι ῾φρονεί τα των ανθρώπων και ου τα του Θεού᾽. Αιτία για την εναλλαγή αυτή είναι η αστάθεια στην πίστη πρός τον Χριστό, που τον κάνει να κυμαίνεται μεταξύ πίστεως και ολιγοπιστίας: στην πρώτη περίπτωση – να περπατά πάνω στα κύματα – διαπιστώνουμε την πίστη του στα λόγια και την παρουσία του Κυρίου, στην άλλη – τον καταποντισμό - διαπιστώνουμε την ολιγοπιστία του ή και την απιστία του ακόμη σ᾽ Εκείνον. Αλλά το έχουμε εξηγήσει και άλλοτε: δεν έχει έλθει ακόμη η Πεντηκοστή, ώστε με τη δύναμη του αγίου Πνεύματος να παγιωθεί αυτός και οι άλλοι μαθητές στη χαρισματική κατάσταση της αληθινής χριστιανικής πίστεως.
2. Φυσιολογικά, θα έπρεπε ο απόστολος Πέτρος να συνεχίσει την επί των υδάτων πορεία του όχι μόνο διότι τον κάλεσε ο Χριστός, σαν μία υπακοή επομένως στον λόγο Του, αλλά και διότι πρίν από κάποιο διάστημα ο ίδιος και οι άλλοι μαθητές σε πλοιάριο πάλι ευρισκόμενοι, μαζί με τον Κύριο όμως, όταν κινδύνευσαν από τη θαλασσοταραχή και απευθύνθηκαν έντρομοι σ᾽ Εκείνον, που φαινόταν να κοιμάται, είδαν, μέσα σε θάμβος πάλι, τον Διδάσκαλό τους να διατάσσει τον άνεμο και τα κύματα να γαληνέψουν. Κι έγινε αμέσως γαλήνη μεγάλη, ώστε διερωτώντο ποιος ήταν τελικώς Αυτός τον Οποίο ακολουθούσαν.
3. Τι ήταν εκείνο που προκάλεσε αυτήν τη μετάπτωση από την πίστη στην ολιγοπιστία; Η ευαγγελική διήγηση με πολλή ενάργεια μας δίνει την απάντηση: ο Πέτρος, όσο ήταν στραμμένος προς τον Χριστό, όσο ατένιζε Εκείνον που τον καλούσε, μπορούσε και περπατούσε σαν σε ξηρά: σταθερά και με αυτοπεποίθηση. Μόλις όμως η προσοχή του μετατοπίζεται από τον Χριστό στη φουρτουνιασμένη από τον ισχυρό άνεμο θάλασσα, συνειδητοποιεί τη μη λογική κατάσταση και η όποια πίστη του κλονίζεται και χάνεται. Ο καταποντισμός του λοιπόν είναι γεγονός. Έτσι διαπιστώνει κανείς πολύ καθαρά ότι η προσήλωση στον Χριστό, η ενατένιση του προσώπου Του, όταν είναι ανταπόκριση στην κλήση Του, συνιστά το γεγονός της πίστεως, το οποίο οδηγεί στην υπέρβαση των όποιων προβλημάτων του ανθρώπου, κι ακόμη: στην υπέρβαση των λογικών στηριγμάτων της εμπειρίας του, η οποία (εμπειρία) αρνείται, όπως στο υπόψη γεγονός, την αποδοχή του ύδατος ως ξηράς. Με άλλα λόγια, όταν ο άνθρωπος καταλαμβάνεται από το πρόσωπο του Χριστού, όταν Τον κάνει κέντρο της ύπαρξής του, εκεί βιώνει καταστάσεις πάνω από το θεωρούμενο φυσιολογικό. ῾Πιστεύεις ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι;᾽, είναι η ερώτηση την οποία θέτει ο Κύριος, κάθε φορά που πρόκειται να επιτελέσει ένα θαυμαστό γεγονός. Από την άλλη, όταν ο άνθρωπος χάσει την επαφή αυτή με τον Χριστό, όταν καταληφθεί από άλλα στοιχεία, απειλητικά για την ύπαρξή του, σαν τον Πέτρο με τα τεράστια κύματα, μοιάζει να ῾παγώνει᾽ από τον φόβο του και να βιώνει, όπως είπαμε, την αγωνία του θανάτου. ‘Ισως μπορεί κανείς να θυμηθεί εν προκειμένω το περιστατικό από την Παλαιά Διαθήκη με τη γυναίκα του Λωτ που ῾πέτρωσε᾽ κι έγινε ῾στήλη άλατος᾽: κι η γυναίκα αυτή χάνει την επαφή της με τον Θεό, διότι δείχνει ανυπακοή στο θέλημά Του, και η προσοχή της, στην περίπτωση εκείνη από περιέργεια, στρέφεται προς τη μαινόμενη φύση: τη βροχή από θειάφι. Και ῾πετρώνει᾽. Καταποντίζεται.
4. Η περίπτωση του Πέτρου λειτουργεί τυπολογικά: ξέρουμε πια οι πιστοί ότι κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε πρόβλημα στη ζωή μας – και ποιος είναι εκείνος που θα ισχυριστεί ότι δεν έχει προβλήματα, προερχόμενα είτε από το περιβάλλον του είτε από τον εαυτό του με τα πάθη του είτε από τον ίδιο τον διάβολο; - η λύση είναι όχι η εμμονή μας στο πρόβλημα, αλλά η εν πίστει στροφή μας προς τον Χριστό. Το ῾Κύριε, σώσον με᾽ ή αλλιώς ῾Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με᾽ πρέπει να αποτελεί την αδιάκοπη κραυγή μας, τη συνεχή προσευχή μας. Το θέμα δηλαδή είναι να μη χάνουμε την επαφή μας με Εκείνον. Όταν ο λόγος του Θεού και οι άγιοί μας στη συνέχεια μιλούν για την ῾κόλλησιν᾽ που πρέπει να έχει ο άνθρωπος στον Θεό, και μάλιστα στο πρόσωπο του Χριστού - ῾εκολλήθη η ψυχή μου οπίσω σου, εμού δε αντελάβετο η δεξιά Σου᾽ σημειώνει ο ψαλμωδός για παράδειγμα - δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να μιλούν για τη σωτηρία που ο άνθρωπος ζει με τον τρόπο αυτό. Η ῾κόλλησις᾽ αυτή είναι ακριβώς η αδιάκοπη, όπως είπαμε, ενατένιση του προσώπου του Χριστού. ῾Τι κάνεις εδώ;᾽ ρώτησε κάποια φορά ένας ιερέας κάποιον γέροντα, που καθημερινά ερχόταν στον ναό και καθόταν ώρες απέναντι στην εικόνα του Χριστού στο τέμπλο. ῾Τον βλέπω και με βλέπει, κι αυτό μου φτάνει᾽ απάντησε δακρυσμένος ο γέροντας. Να βλέπω τον Χριστό, που με βλέπει πάντοτε με το πλήρες αγάπης βλέμμα Του, αυτό συνιστά τη σωτηρία μας. Να θυμόμαστε όμως εξίσου ότι κατεξοχήν τον Κύριον Τον ῾βλέπουμε᾽, όταν είμαστε προσηλωμένοι και προσκολλημένοι στίς άγιες έντολές Του. Ο Ίδιος βεβαίωσε ότι εκεί βρίσκεται κρυμμένος και δι᾽ αυτών φανερώνεται μέσα στις καρδιές των ανθρώπων. Είναι μία πραγματικότητα, η οποία μας προκαλεί να ῾πειραματιστούμε᾽ πάνω της, προκειμένου να την επιβεβαιώσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου