Κατα την Κυριακή που προηγείται της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, η Εκκλησία μας τιμά κάθε χρόνο τη μνἠμη του Εθνομάρτυρος Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου. Την ίδια Κυριακή, τιμάται η μνήμη και των Μητροπολιτών Μοσχονησίων Αμβροσίου, Κυδωνιών Γρηγορίου, Ικονίου Προκοπίου και Ζήλων Ευθυμίου και των συν αυτοις αναιρεθέντων κατα την Μικρασιατικήν Καταστροφήν, όπως αναφέρεται στα Δίπτυχα της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Ο Εθνομάρτυρας Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος γεννήθηκε στην Τρίγλια της Προπονίδος το 1867 και σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Υπηρέτησε ως αρχιδιάκονος του μητροπολίτου Μυτιλήνης Κωνσταντίνου Βαλιάδη, ο οποίος το 1897 αναδείχθηκε Οικουμενικός Πατριάρχης, ως Κωνσταντίνος ο Ε!. Χρήματισε πρωτοσύγκελλος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και το 1902 χειροτονήθηκε απο τον τότε Πατριάρχη Ιωακείμ τον Γ! μητροπολίτης Δράμας. Σε κείμενο του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστοδούλου, αναφερόμενο στο « Μαρτύριο του Αγίου Σμύρνης Χρυσοστόμου », διαβάζουμε μεταξύ άλλων: «...Ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἐκκλησιαστικῆς του σταδιοδρομίας διεκήρυξε τήν ἀπόφασή του νά φθάσει καί μέχρι μαρτυρίου ὡς γνήσιος ποιμένας τοῦ λαοῦ. Γι’ αὐτό καί κατά τήν χειροτονίαν του ὡς νεαροῦ Μητροπολίτου Δρᾶμας θά πεῖ μεταξύ ἄλλων, προσφωνώντας τόν χειροτονοῦντα αὐτόν Ἀρχιερέα: «Καί ἡ μίτρα αὐτή, τήν ὁποίαν αἱ ἅγιαι χεῖρες σου ἐπιθέτουν ἐπί τῆς κεφαλῆς μου, ἄν ποτέ ἤθελε χάσει τήν λαμπηδόνα τῶν λίθων της, ἤθελε τότε μετατραπεῖ εἰς ἀκάνθινον στέφανον μάρτυρος Ἱεράρχου».
Τό εἶπε καί τό ἐννοοῦσε. Καθώς ἔβλεπε τίς δυσκολίες καί τά προβλήματα πού οἱ ὑπόδουλοι ἑλληνικοί πληθυσμοί εἶχαν νά ἀντιμετωπίσουν γιά νά ἐπιβιώσουν μέσα στήν ὀθωμανική αὐτοκρατορία κατατρεχόμενοι ἀπό τούς βουλγάρους στή Μακεδονία, καί ἀπό τούς Τούρκους στή Μικρασία.
Εἶναι σέ ὅλους γνωστά καί χιλιοειπωμένα τά σχετικά μέ τή Μικρασιατική Ἐκστρατεία καί Καταστροφή. Εἶναι ὅμως ἀνάγκη ἐπιγραμματικά νά λεχθεῖ ὅτι στίς 13 Αὐγούστου 1922 ἄρχισε ἡ ἐπίθεση στό μέτωπο τοῦ Ἀφιόν Καραχισάρ, καί μετά διήμερη μάχη ἄρχισε ἡ ὑποχώρηση τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ, πού πῆρε χαρακτῆρα πανικοῦ καί ἄτακτης φυγῆς. Χιλιάδες ξερριζωμένοι Ἕλληνες φθάνουν μέ κάθε μέσο ἀπό τά χωριά καί τίς πόλεις τῆς ἐνδοχώρας στή Σμύρνη γιά νά σωθοῦν ἀπό τή σφαγή. Ἀλλά καί ἐδῶ τά πράγματα δέν εἶναι καλύτερα. Ἀπό τό Μάϊο εἶχε ἀρχίσει δειλά-δειλά νά διαφαίνεται τό σχέδιο ἐγκατάλειψης ἀπό τό Στρατό μας τῆς Μ. Ἀσίας. Ἄμεση εἶναι τότε ἡ ἀντίδραση τῶν κατωτέρων ἑλλήνων ἀξιωματικῶν πού ὑπογράφουν πρωτόκολλο τιμῆς νά μή τήν ἐγκαταλείψουν. Ἔτσι ἱδρύεται ἡ «Μικρασιατική Ἄμυνα» πού εἶχε σχεδιάσει καί ὑποστηρίξει ὁ Χρυσόστομος, βλέποντας νά ἐπέρχεται ἡ θύελλα τῆς ἥττας καί «τό βασίλειον γένος τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, νά κινδυνεύει νά παραδοθεῖ στά νύχια τοῦ ἀπολίτιστου ἐκδικητῆ. Ἐκκλησία καί προύχοντες Σμυρναῖοι προσφέρουν χρήματα γιά νά ἀγορασθοῦν, αὐτή τήν ἔσχατη ὥρα, ὅπλα πρός ἄμυνα, καί πρός συγκρότηση μικρασιατικοῦ στρατοῦ.
Ἡ Ἀθήνα ἀρνεῖται νά στείλει ὅπλα. Καί στίς 16.7.22 δημοσιεύει στήν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως τόν ν. 2870 πού τιμωρεῖ μέ αὐστηρές ποινές τούς «ἀλλοδαπούς πού ἐπιχειροῦν νά εἰσέλθουν στήν Ἑλλάδα». Καί βέβαια ὡς ἀλλοδαποί χαρακτηρίζονται καί οἱ Ἕλληνες τῆς Μ. Ἀσίας, πού δέν εἶχαν γίνει ἀκόμη Ἕλληνες ὑπήκοοι. Τώρα πιά τό ἐνδεχόμενο τοῦ λουτροῦ αἵματος, γίνεται βεβαιότης.
Στίς 21.8.22 ἡ κυβέρνηση ὑπογράφει τό διάταγμα τῆς ἀποστράτευσης. Τό μέτωπο καταρρέει. Ἡ τύχη τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τῆς Ἰωνίας ἔχει ἀποφασισθεῖ. Οἱ ἀρχές ἐγκαταλείπουν τή Σμύρνη. Ὁ λαός μένει, ἐνῶ στά ἐνδότερα ἔχουν ἤδη ἀρχίσει οἱ σφαγές. Οἱ Ἴωνες πληρώνουν ἀκριβά τό γεγονός ὅτι ἄντεξαν πέντε αἰώνων σκλαβιά καί παρέμειναν Ἕλληνες καί Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι. Τά ξίφη τῶν Τσετῶν καί τῶν Τούρκων στρατιωτικῶν ἀλλά καί τοῦ ὄχλου ξεσποῦν μέ ἀγριότητα πάνω σέ κάθε τι τό ἑλληνικό. Καῖνε τίς πόλεις καί τά χωριά, διαπομπεύουν τούς ἕως χθές γείτονες καί φίλους των, βγάζουν τά ἀπωθημένα τους, προσπαθοῦν νά κερδίσουν διαρπάζοντες ὅ,τι δέν μπόρεσαν νά κερδίσουν μέ τά μυαλά καί τόν ἱδρῶτα τους, πυρπολοῦν τούς νέους Παρθενῶνες πού ποτέ δέν μπόρεσαν οἱ ἴδιοι νά κτίσουν. Καί ἐνῶ ὁ τρόμος ἀπό τίς δυσοίωνες φῆμες ἁπλώνεται πάνω ἀπό τήν ἄλλοτε κοσμοπολίτικη νύμφη τῆς Ἰωνίας, τή Σμύρνη, κι ἐνῶ οἱ πολιτικές ἀρχές τήν ἔχουν ἐγκαταλείψει, κι ἐνῶ τά καραβάνια τῶν προσφύγων ὅλο καί καταφθάνουν χωρίς προορισμό, τό ράσο τῆς Ἰωνίας μένει πιστό στή ματωμένη παράδοση τοῦ ἑλληνικοῦ ράσου. Ἱερεῖς καί δεσποτάδες θυσιάζονται ὡς νεομάρτυρες. Παραμένουν, ὡς τήν τελευταία στιγμή, οἱ καλοί ποιμένες ἑνός λαοῦ, πού ἐγκαταλείφθηκε ἀπ’ ὅλους, τήν κρίσιμη ὥρα.
Ὁ ἐκ Σμύρνης Μητροπολίτης Μοσχονησίων, Ἀμβρόσιος Πλειανθίδης, κατατεμαχίζεται φρικτά, μαζί μέ 9 ἱερεῖς του, τήν 15η Σεπτεμβρίου τοῦ 1922, σέ ἡλικία 50 ἐτῶν.
Ὁ 46χρονος Μυτιληνιός Μητροπολίτης Ζήλων, Εὐθύμιος Ἀγριτέλης, φυλακίζεται καί ξεψυχάει μέσα στή φυλακή του, μετά ἀπό σαράντα μία ὁλόκληρες μέρες καί νύχτες φρικτῶν βασανιστηρίων, δίψας καί ἀσιτίας. Καί (τί τραγική εἰρωνεία!) μόλις οἱ δήμιοί του τόν ἔθαψαν, πετώντας τον σ’ ἕναν λάκκο, στήν αὐλή τοῦ κολαστηρίου του, ἦρθε κι ἀπό τήν Ἄγκυρα ἡ ἀπόφαση πού τόν καταδίκαζε σέ θάνατο.
Ὁ ἐκ Μαγνησίας Μικρᾶς Ἀσίας 58χρονος Μητροπολίτης Κυδωνίων, Γρηγόριος Ὡρολογᾶς, τάφηκε ζωντανός τήν 3η Ὀκτωβρίου 1922, μαζί μέ τό πλῆθος κληρικῶν καί λαϊκῶν. Ὁ ἐπικεφαλῆς τῶν δημίων του, τοῦρκος ὑπολοχαγός, ὁδηγώντας τον στόν θάνατο, εἶχε τό θράσος νά τόν περιπαίξει, λέγοντάς του: «Ἕλα σοῦ ἑτοίμασα ἕναν όντά, νά κατοικεῖς ὅλα τά χρόνια τῆς ζωῆς σου». Τραγικός καί ὁ θάνατος τοῦ Μητροπολίτη Ἰκονίου Προκοπίου, πού μαρτύρησε λίγο πρίν τή Μικρασιατική Καταστροφή, μετά ἀπό φρικτά καί ἀκατανόμαστα βασανιστήρια.
Φρικτότερος ὅλων ὑπῆρξε ὁ θάνατος τοῦ Μητροπολίτη Σμύρνης, τοῦ 55χρονου Χρυσόστομου Καλαφάτη, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ὁ Μεσσίας τοῦ Μικρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὁ χαρισματικός ἐκεῖνος Εὐαγγελιστής τῆς Πίστης καί τῆς Λύτρωσης, Τήν ὥρα τῆς σφαγῆς, ὁ Χρυσόστομος ἀπαντᾶ ἀρνητικά στίς νουθεσίες τῶν συμμάχων, νά φύγει καί νά γλιτώσει. Ἡ ἁγία ἑλληνική ψυχή του, τόν παρωθεῖ νά παραμείνει, ὡς τό τέλος, κοντά στό λαό πού ἀγάπησε. Σέ γράμμα του πρός τόν μετέπειτα καθηγητή τοῦ Πανεπιστημίου Λεων. Φιλιππίδη ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἔγραψε: «Διο ἐξωρίσθην καί πλειστάκις ὑπέμεινα τά πάνδεινα ὀνειρευόμενος ἑλληνικήν καί ἐλευθέραν τήν δούλην πατρίδα. Ἡ πραγματοποίησις τῶν ὀνείρων μέ εὗρε παρήλικα μέν, οὐχί δέ λευκότριχα. Καί ἰδού, ἐπί τῶν ἡμερῶν ἐμοῦ, τόν καυχώμενον ὅτι ὅπου πατῶ, ἐκεῖθεν ἀπελαύνεται ὁ Τοῦρκος, τό ὄνειρον, τό λαβόν σάρκα καί ὁστά ἐξαφανίζεται, διαλύεται, ἀποσυντίθεται. Καί ἰδού πρό τῶν πυλῶν τῆς Σμύρνης, τῆς ἑλληνικῆς, οἱ σφαγεῖς, Θεέ μου. Οἷον καί θέαμα καί ἄκουσμα. Ἐγώ νά ἐγκαταλείψω τήν Σμύρνην καί Μητρόπολίν μου; Ποτέ. Θά μέ κατεδίωκαν αἱ σκιαί τοῦ ἱεροῦ Πολυκάρπου, ὡς ἄνανδρον καί τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ε΄ ὡς ἀνάξιον διάδοχόν του. Θνήσκων ἴσως ἐνισχύσω καί ἄλλους ἵνα μένουν πιστοί στό καθῆκον καί ποιμαίνωσι τό ποίμνιον ἐκτελοῦντες ὅσα κηρύττουν. Ἴσως, ἴσως τό αἷμα τό ὁποῖον θά χύσει ὁ σφαγεύς... συγκλονίσει τήν ἀνθρωπίνην συνείδησιν, ἴσως φωτίσει τόν νοῦν καί θερμάνει τήν καρδίαν τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς νά κατανοήσουν ὅτι ὁ συντριβόμενος Ἑλληνισμός εἶναι ἄξιος ζωῆς καί ἐλευθερίας».
Τό ἴδιο βράδυ ἐπεσκέφθη τόν Ἅγιον Χρυσόστομον ὁ Πρόξενος τῶν ΗΠΑ στή Σμύρνη Γ. Χόρτον καί τόν παρώτρυνε νά φύγει: «θά σᾶς συνοδεύσω ἐγώ μέχρι τό ἀμερικανικό ἀντιτορπιλλικό πού βρίσκεται στήν προκυμαία γιά νά ἐπιβιβασθῆτε ἀσφαλῶς» τοῦ εἶπε. Ὁ Χρυσόστομος ἠρνήθη. Τό ἴδιο ἔπραξαν καί ὁ γάλλος Πρόξενος καί ὁ καθολικός Ἀρχιεπίσκοπος. Σέ ὅλους ἀπήντησε πανομοιότυπα: «Παράδοσις τοῦ ἑλληνικοῦ Κλήρου ἀλλά καί τό καθῆκον τοῦ καλοῦ ποιμένος εἶναι νά παραμείνει μέ τό ποίμνιόν του».
Εἶναι 25 Αὐγούστου μέ τό παλαιό ἡμερολόγιο. Ὁ λαός δέν ἔχει ἄλλον προστάτην, εἰ μή μόνον τόν Θεόν καί τήν Ἐκκλησίαν. Ὅλοι αὐτή τήν ὥρα σπεύδουν στή Μητρόπολη, γεμίζουν τόν αὐλόγυρό της, τόν αὐλόγυρο τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς. Ὁ Χρυσόστομος κάνει ὅ,τι μπορεῖ γιά νά βοηθήσει. Τό Σάββατο ἐκεῖνο τό πρωΐ τελεῖ τή Θ. Λειτουργία στήν Ἁγία Φωτεινή. Εἶναι κάτωχρος ἀπό τήν ἀγρυπνία καί τή νηστεία. Ὅταν ὅμως βγαίνει στήν Ὡραία Πύλη, γονατίζει καί προσεύχεται. «Ἡ Θεία Πρόνοια –λέγει- δοκιμάζει τήν πίστιν μας καί τό θάρρος μας καί τήν ὑπομονήν μας τήν ὥραν αὐτήν. Ἀλλ’ ὁ Θεός δέν ἐγκαταλείπει τούς Χριστιανούς. Εἰς τάς τρικυμίας ἀναφαίνεται ὁ καλός ναυτικός καί εἰς τάς δοκιμασίας ὁ καλός Χριστιανός. Προσεύχεσθε καί θά παρέλθει τό ποτήριον τοῦτο. Θά ἴδωμεν πάλιν καλάς ἡμέρας καί θά εὐλογήσουμεν τόν Θεόν. Θαρρεῖτε ὡς ἐμπρέπει τούς καλούς χριστιανούς». Τά λόγια τοῦ Ποιμενάρχου παρηγοροῦν καί στηρίζουν τό λαό. Ἀλλά τά γεγονότα ἐπέρχονται ἀμείλικτα. Τήν ἴδια μέρα, ὁ ὁρκισμένος ἐχθρός του, ὁ στρατηγός Νουρεντίν Πασᾶς, ἄλλοτε σφαγέας τῆς Ἰωνίας, πού ἔχει εἰσέλθει στή Σμύρνη, ἐκδίδει προκήρυξη καλώντας Ἕλληνες καί Ἀρμενίους νά παραδώσουν τά ὅπλα. Στήν Ἁγ. Φωτεινή ὅμως ἐξελίσσονται ραγδαίως τά πράγματα. Τελειώνοντας ἡ θ. Λειτουργία καταφθάνει ἕνας ὑπαστυνόμος πού πληροφορεῖ τόν Χρυσόστομο ὅτι ὁ Φρούραρχος Σαλή Ζεκή βέης τόν ζητά στό Φρουραρχεῖο. Γαλήνιος ὁ Χρυσόστομος ἀποχαιρετᾶ τό πλῆθος, καί ἀναχωρεῖ μέ τόν κλητήρα του, Θωμᾶ Βούλτσο.
Ἀπό τήν κατάθεση τοῦ τελευταίου ἀπασπῶμε τίς πιό ἔγκυρες πληροφορίες. Ὁ φρούραρχος δέχτηκε τόν Χρυσόστομο, τοῦ προσέφερε βυσσινάδα καί τοῦ ὑπαγόρευσε μιά διαταγή. Μ’ ἕνα αὐτοκίνητο πού τούς παρεχώρησαν Ἀμερικανοί ἀξιωματικοί ἐπέστρεψαν στή Μητρόπολη. Ὁ Μητροπολίτης ἀντέγραψε καί κοινοποίησε στό λαό τή διαταγή τοῦ φρουράρχου: νά παραδοθοῦν τά ὅπλα καί ὅλοι νά μείνουν στά σπίτια τους. Στίς ὀκτώ τό βράδυ ἦλθε ὀ ἴδιος ἀστυνόμος μέ δύο ὁπλισμένους στρατιῶτες. Γιά τά παρακάτω ἀφήνουμε νά μιλήσει ὁ Θωμᾶς Βούλτσος πού ἔμεινε ἐπί μία 20ετία κοντά στόν Χρυσόστομο: «....Ἦλθαν νά πάρουν τό δεσπότη πῶς τον ζητᾶ ὁ νομάρχης, δέν εἶπαν τό ὄνομα, νά πάη στό διοικητήριο μέ τρεῖς δημογέροντες. Ἐπήραμε τόν Τσουρουκτζόγλου καί τόν Κλιμάνογλου καί ἐμπῆκαν οἱ τρεῖς καί οἱ ἀστυνομικοί στό αὐτοκίνητο, γιά μένα δέν εἶχε θέση καί μοὖπε ὁ δεσπότης νά περιμένω στή μητρόπολη. Στάς δέκα τό βράδυ ἕνας ἀπό τούς στρατιῶτες, πού ἦλθαν τό ἀπόγευμα,-ἔφερε μία κάρτα τοῦ δεσπότη γιά τόν ἀδελφό του Εὐγένιο. Τοῦ ἔγραφε: «Ἀγαπητέ ἀδελφέ, μᾶς ἐκράτησαν ἀπόψε ἐμέ ὡς πρόεδρον τῆς Μικρασιατικῆς ἀμύνης, τούς ἄλλους ὡς μέλη. Μήν ἀνησυχῆτε». Ὁ Εὐγένιος ἄρχισε νά κλαίη. Τό ἄλλο πρωΐ, Κυριακή, στάς 8 μέ στέλνει νά μάθω γιά τό δεσπότη. Εὐρήκα τό Ζαδέ τῆς τραπέζης. Πρίν μισή ὥρα συνάντησε τόν ὑπαστυνόμο πού εἶχε πάρει τό δεσπότη. Αὐτός τοῦ εἶπε πώς τό δεσπότη τόν χάλασαν, καθώς καί τούς δύο δημογέροντες. Ἔτσι ἔγιναν. Ὥς τήν Τετάρτη πού ἔφυγα δέν μπόρεσα νά μάθω τίποτα ἄλλο».
Ἡ μαρτυρία τοῦ G. Horton:
Ὅμως αὐτά πού δέν ἔμαθε ὁ πιστός Βούλτσος, γιά τίς τελευταῖες στιγμές τοῦ Χρυσοστόμου, τό μάθαμε ἀπό ἀλλοῦ, ἀπό μία ἀπροσδόκητη καί ἔγκυρη πηγή. Πρόκειται γιά τό βιβλίο τοῦ Ἀμερικανοῦ προξένου George Horton, «Ἡ κατάρα τῆς Ἀσίας». Ὁ Χόρτον ἔζησε ἀπό κοντά τό δράμα τῆς Σμύρνης, βοήθησε τόν πληθυσμό της καί τήν τραγούδησε στά ποίηματά του. Γράφει στίς σελ. 93-94 τοῦ βιβλίου του (ἑλληνική μετάφραση) τά ἀκόλουθα: «Ὅπως λέγουν (ὁ Νουρεντίν) εἶχε υἱοθετήσει τή μεσαιωνική ἰδέα νά παραδώσει τόν Μητροπολίτη στόν φανατικό ὄχλο, γιά νά τόν κάνει ὅ,τι ἤθελε. Δέν ὑπάρχουν ἐπαρκείς ἀποδείξεις τῆς ὀρθότητος αὐτῆς τῆς διαπιστώσεως, εἶναι ὅμως βέβαιο, ὅτι ὁ Μητροπολίτης θανατώθηκε ἀπ’ τόν ὄχλο. Ἐβιαιοπράγησαν ἐπάνω του, τοῦ ξερίζωσαν τή γενειάδα του, τόν ἐχτύπησαν μέ ρόπαλα καί μέ μαχαιριές, ὡσότου πέθανε καί ὕστερα τόν ἔσυραν σβαρνίζοντάς τον ἐπάνω στούς δρόμους. Τό μοναδικό του φταίξιμο ἦταν ὅτι ἦταν ἕνας Ἕλλην μέ μεγάλο πατριωτισμό καί εὐγλωττία πού ἐπιθυμοῦσε τήν πρόοδο τῆς φυλῆς του καί ἐργαζόταν γιά τό σκοπό αὐτό». Καί ὁ Χόρτον συμπληρώνει: «Πέθανε σάν μάρτυρας καί ἀξίζει νά τοῦ ἀπονεμηθοῦν ὕψιστες τιμές ἀπό τήν Ἑλληνική Ἐκκλησία καί τήν Ἑλληνική Κυβέρνηση...».
Ὁ Σμύρνης Χρυσόστομος λοιπόν, πέθανε εὐλογώντας τούς βασανιστές καί δημίους του. Πέθανε μέ θάνατο μαρτυρικό ἐπειδή ἦταν ὁ Μητροπολίτης, ὁ χριστιανός, ὁ ρωμηός, ὁ ἕλληνας.
Ὁ Χόρτον θά πεῖ:
«Ὁ Χρυσόστομος πέθανε ὡς μάρτυς. Ὁ Πολύκαρπος, ὁ ἅγιος πολιοῦχος τῆς Σμύρνης ἐκάει ζωντανός εἰς τό ὑπερκείμενον τῆς Σμύρνης στάδιον. Ὁ τοῦρκος κυριαρχεῖ σήμερον εἰς τήν γῆν τῶν Ἑπτά Ἐκκλησιῶν καί κανείς δέν τοῦ ἀνθίσταται, ἀλλά ἡ τελευταία σκηνή τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἐξοντώσεως τῆς χριστιανοσύνης ἐδοξάσθη ἀπό τόν ἠρωϊκόν θάνατον τοῦ τελευταίου Μητροπολίτου τῆς Σμύρνης».
Ο Εθνομάρτυρας Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος γεννήθηκε στην Τρίγλια της Προπονίδος το 1867 και σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Υπηρέτησε ως αρχιδιάκονος του μητροπολίτου Μυτιλήνης Κωνσταντίνου Βαλιάδη, ο οποίος το 1897 αναδείχθηκε Οικουμενικός Πατριάρχης, ως Κωνσταντίνος ο Ε!. Χρήματισε πρωτοσύγκελλος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και το 1902 χειροτονήθηκε απο τον τότε Πατριάρχη Ιωακείμ τον Γ! μητροπολίτης Δράμας. Σε κείμενο του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστοδούλου, αναφερόμενο στο « Μαρτύριο του Αγίου Σμύρνης Χρυσοστόμου », διαβάζουμε μεταξύ άλλων: «...Ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἐκκλησιαστικῆς του σταδιοδρομίας διεκήρυξε τήν ἀπόφασή του νά φθάσει καί μέχρι μαρτυρίου ὡς γνήσιος ποιμένας τοῦ λαοῦ. Γι’ αὐτό καί κατά τήν χειροτονίαν του ὡς νεαροῦ Μητροπολίτου Δρᾶμας θά πεῖ μεταξύ ἄλλων, προσφωνώντας τόν χειροτονοῦντα αὐτόν Ἀρχιερέα: «Καί ἡ μίτρα αὐτή, τήν ὁποίαν αἱ ἅγιαι χεῖρες σου ἐπιθέτουν ἐπί τῆς κεφαλῆς μου, ἄν ποτέ ἤθελε χάσει τήν λαμπηδόνα τῶν λίθων της, ἤθελε τότε μετατραπεῖ εἰς ἀκάνθινον στέφανον μάρτυρος Ἱεράρχου».
Τό εἶπε καί τό ἐννοοῦσε. Καθώς ἔβλεπε τίς δυσκολίες καί τά προβλήματα πού οἱ ὑπόδουλοι ἑλληνικοί πληθυσμοί εἶχαν νά ἀντιμετωπίσουν γιά νά ἐπιβιώσουν μέσα στήν ὀθωμανική αὐτοκρατορία κατατρεχόμενοι ἀπό τούς βουλγάρους στή Μακεδονία, καί ἀπό τούς Τούρκους στή Μικρασία.
Εἶναι σέ ὅλους γνωστά καί χιλιοειπωμένα τά σχετικά μέ τή Μικρασιατική Ἐκστρατεία καί Καταστροφή. Εἶναι ὅμως ἀνάγκη ἐπιγραμματικά νά λεχθεῖ ὅτι στίς 13 Αὐγούστου 1922 ἄρχισε ἡ ἐπίθεση στό μέτωπο τοῦ Ἀφιόν Καραχισάρ, καί μετά διήμερη μάχη ἄρχισε ἡ ὑποχώρηση τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ, πού πῆρε χαρακτῆρα πανικοῦ καί ἄτακτης φυγῆς. Χιλιάδες ξερριζωμένοι Ἕλληνες φθάνουν μέ κάθε μέσο ἀπό τά χωριά καί τίς πόλεις τῆς ἐνδοχώρας στή Σμύρνη γιά νά σωθοῦν ἀπό τή σφαγή. Ἀλλά καί ἐδῶ τά πράγματα δέν εἶναι καλύτερα. Ἀπό τό Μάϊο εἶχε ἀρχίσει δειλά-δειλά νά διαφαίνεται τό σχέδιο ἐγκατάλειψης ἀπό τό Στρατό μας τῆς Μ. Ἀσίας. Ἄμεση εἶναι τότε ἡ ἀντίδραση τῶν κατωτέρων ἑλλήνων ἀξιωματικῶν πού ὑπογράφουν πρωτόκολλο τιμῆς νά μή τήν ἐγκαταλείψουν. Ἔτσι ἱδρύεται ἡ «Μικρασιατική Ἄμυνα» πού εἶχε σχεδιάσει καί ὑποστηρίξει ὁ Χρυσόστομος, βλέποντας νά ἐπέρχεται ἡ θύελλα τῆς ἥττας καί «τό βασίλειον γένος τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, νά κινδυνεύει νά παραδοθεῖ στά νύχια τοῦ ἀπολίτιστου ἐκδικητῆ. Ἐκκλησία καί προύχοντες Σμυρναῖοι προσφέρουν χρήματα γιά νά ἀγορασθοῦν, αὐτή τήν ἔσχατη ὥρα, ὅπλα πρός ἄμυνα, καί πρός συγκρότηση μικρασιατικοῦ στρατοῦ.
Ἡ Ἀθήνα ἀρνεῖται νά στείλει ὅπλα. Καί στίς 16.7.22 δημοσιεύει στήν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως τόν ν. 2870 πού τιμωρεῖ μέ αὐστηρές ποινές τούς «ἀλλοδαπούς πού ἐπιχειροῦν νά εἰσέλθουν στήν Ἑλλάδα». Καί βέβαια ὡς ἀλλοδαποί χαρακτηρίζονται καί οἱ Ἕλληνες τῆς Μ. Ἀσίας, πού δέν εἶχαν γίνει ἀκόμη Ἕλληνες ὑπήκοοι. Τώρα πιά τό ἐνδεχόμενο τοῦ λουτροῦ αἵματος, γίνεται βεβαιότης.
Στίς 21.8.22 ἡ κυβέρνηση ὑπογράφει τό διάταγμα τῆς ἀποστράτευσης. Τό μέτωπο καταρρέει. Ἡ τύχη τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τῆς Ἰωνίας ἔχει ἀποφασισθεῖ. Οἱ ἀρχές ἐγκαταλείπουν τή Σμύρνη. Ὁ λαός μένει, ἐνῶ στά ἐνδότερα ἔχουν ἤδη ἀρχίσει οἱ σφαγές. Οἱ Ἴωνες πληρώνουν ἀκριβά τό γεγονός ὅτι ἄντεξαν πέντε αἰώνων σκλαβιά καί παρέμειναν Ἕλληνες καί Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι. Τά ξίφη τῶν Τσετῶν καί τῶν Τούρκων στρατιωτικῶν ἀλλά καί τοῦ ὄχλου ξεσποῦν μέ ἀγριότητα πάνω σέ κάθε τι τό ἑλληνικό. Καῖνε τίς πόλεις καί τά χωριά, διαπομπεύουν τούς ἕως χθές γείτονες καί φίλους των, βγάζουν τά ἀπωθημένα τους, προσπαθοῦν νά κερδίσουν διαρπάζοντες ὅ,τι δέν μπόρεσαν νά κερδίσουν μέ τά μυαλά καί τόν ἱδρῶτα τους, πυρπολοῦν τούς νέους Παρθενῶνες πού ποτέ δέν μπόρεσαν οἱ ἴδιοι νά κτίσουν. Καί ἐνῶ ὁ τρόμος ἀπό τίς δυσοίωνες φῆμες ἁπλώνεται πάνω ἀπό τήν ἄλλοτε κοσμοπολίτικη νύμφη τῆς Ἰωνίας, τή Σμύρνη, κι ἐνῶ οἱ πολιτικές ἀρχές τήν ἔχουν ἐγκαταλείψει, κι ἐνῶ τά καραβάνια τῶν προσφύγων ὅλο καί καταφθάνουν χωρίς προορισμό, τό ράσο τῆς Ἰωνίας μένει πιστό στή ματωμένη παράδοση τοῦ ἑλληνικοῦ ράσου. Ἱερεῖς καί δεσποτάδες θυσιάζονται ὡς νεομάρτυρες. Παραμένουν, ὡς τήν τελευταία στιγμή, οἱ καλοί ποιμένες ἑνός λαοῦ, πού ἐγκαταλείφθηκε ἀπ’ ὅλους, τήν κρίσιμη ὥρα.
Ὁ ἐκ Σμύρνης Μητροπολίτης Μοσχονησίων, Ἀμβρόσιος Πλειανθίδης, κατατεμαχίζεται φρικτά, μαζί μέ 9 ἱερεῖς του, τήν 15η Σεπτεμβρίου τοῦ 1922, σέ ἡλικία 50 ἐτῶν.
Ὁ 46χρονος Μυτιληνιός Μητροπολίτης Ζήλων, Εὐθύμιος Ἀγριτέλης, φυλακίζεται καί ξεψυχάει μέσα στή φυλακή του, μετά ἀπό σαράντα μία ὁλόκληρες μέρες καί νύχτες φρικτῶν βασανιστηρίων, δίψας καί ἀσιτίας. Καί (τί τραγική εἰρωνεία!) μόλις οἱ δήμιοί του τόν ἔθαψαν, πετώντας τον σ’ ἕναν λάκκο, στήν αὐλή τοῦ κολαστηρίου του, ἦρθε κι ἀπό τήν Ἄγκυρα ἡ ἀπόφαση πού τόν καταδίκαζε σέ θάνατο.
Ὁ ἐκ Μαγνησίας Μικρᾶς Ἀσίας 58χρονος Μητροπολίτης Κυδωνίων, Γρηγόριος Ὡρολογᾶς, τάφηκε ζωντανός τήν 3η Ὀκτωβρίου 1922, μαζί μέ τό πλῆθος κληρικῶν καί λαϊκῶν. Ὁ ἐπικεφαλῆς τῶν δημίων του, τοῦρκος ὑπολοχαγός, ὁδηγώντας τον στόν θάνατο, εἶχε τό θράσος νά τόν περιπαίξει, λέγοντάς του: «Ἕλα σοῦ ἑτοίμασα ἕναν όντά, νά κατοικεῖς ὅλα τά χρόνια τῆς ζωῆς σου». Τραγικός καί ὁ θάνατος τοῦ Μητροπολίτη Ἰκονίου Προκοπίου, πού μαρτύρησε λίγο πρίν τή Μικρασιατική Καταστροφή, μετά ἀπό φρικτά καί ἀκατανόμαστα βασανιστήρια.
Φρικτότερος ὅλων ὑπῆρξε ὁ θάνατος τοῦ Μητροπολίτη Σμύρνης, τοῦ 55χρονου Χρυσόστομου Καλαφάτη, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ὁ Μεσσίας τοῦ Μικρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὁ χαρισματικός ἐκεῖνος Εὐαγγελιστής τῆς Πίστης καί τῆς Λύτρωσης, Τήν ὥρα τῆς σφαγῆς, ὁ Χρυσόστομος ἀπαντᾶ ἀρνητικά στίς νουθεσίες τῶν συμμάχων, νά φύγει καί νά γλιτώσει. Ἡ ἁγία ἑλληνική ψυχή του, τόν παρωθεῖ νά παραμείνει, ὡς τό τέλος, κοντά στό λαό πού ἀγάπησε. Σέ γράμμα του πρός τόν μετέπειτα καθηγητή τοῦ Πανεπιστημίου Λεων. Φιλιππίδη ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἔγραψε: «Διο ἐξωρίσθην καί πλειστάκις ὑπέμεινα τά πάνδεινα ὀνειρευόμενος ἑλληνικήν καί ἐλευθέραν τήν δούλην πατρίδα. Ἡ πραγματοποίησις τῶν ὀνείρων μέ εὗρε παρήλικα μέν, οὐχί δέ λευκότριχα. Καί ἰδού, ἐπί τῶν ἡμερῶν ἐμοῦ, τόν καυχώμενον ὅτι ὅπου πατῶ, ἐκεῖθεν ἀπελαύνεται ὁ Τοῦρκος, τό ὄνειρον, τό λαβόν σάρκα καί ὁστά ἐξαφανίζεται, διαλύεται, ἀποσυντίθεται. Καί ἰδού πρό τῶν πυλῶν τῆς Σμύρνης, τῆς ἑλληνικῆς, οἱ σφαγεῖς, Θεέ μου. Οἷον καί θέαμα καί ἄκουσμα. Ἐγώ νά ἐγκαταλείψω τήν Σμύρνην καί Μητρόπολίν μου; Ποτέ. Θά μέ κατεδίωκαν αἱ σκιαί τοῦ ἱεροῦ Πολυκάρπου, ὡς ἄνανδρον καί τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ε΄ ὡς ἀνάξιον διάδοχόν του. Θνήσκων ἴσως ἐνισχύσω καί ἄλλους ἵνα μένουν πιστοί στό καθῆκον καί ποιμαίνωσι τό ποίμνιον ἐκτελοῦντες ὅσα κηρύττουν. Ἴσως, ἴσως τό αἷμα τό ὁποῖον θά χύσει ὁ σφαγεύς... συγκλονίσει τήν ἀνθρωπίνην συνείδησιν, ἴσως φωτίσει τόν νοῦν καί θερμάνει τήν καρδίαν τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς νά κατανοήσουν ὅτι ὁ συντριβόμενος Ἑλληνισμός εἶναι ἄξιος ζωῆς καί ἐλευθερίας».
Τό ἴδιο βράδυ ἐπεσκέφθη τόν Ἅγιον Χρυσόστομον ὁ Πρόξενος τῶν ΗΠΑ στή Σμύρνη Γ. Χόρτον καί τόν παρώτρυνε νά φύγει: «θά σᾶς συνοδεύσω ἐγώ μέχρι τό ἀμερικανικό ἀντιτορπιλλικό πού βρίσκεται στήν προκυμαία γιά νά ἐπιβιβασθῆτε ἀσφαλῶς» τοῦ εἶπε. Ὁ Χρυσόστομος ἠρνήθη. Τό ἴδιο ἔπραξαν καί ὁ γάλλος Πρόξενος καί ὁ καθολικός Ἀρχιεπίσκοπος. Σέ ὅλους ἀπήντησε πανομοιότυπα: «Παράδοσις τοῦ ἑλληνικοῦ Κλήρου ἀλλά καί τό καθῆκον τοῦ καλοῦ ποιμένος εἶναι νά παραμείνει μέ τό ποίμνιόν του».
Εἶναι 25 Αὐγούστου μέ τό παλαιό ἡμερολόγιο. Ὁ λαός δέν ἔχει ἄλλον προστάτην, εἰ μή μόνον τόν Θεόν καί τήν Ἐκκλησίαν. Ὅλοι αὐτή τήν ὥρα σπεύδουν στή Μητρόπολη, γεμίζουν τόν αὐλόγυρό της, τόν αὐλόγυρο τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς. Ὁ Χρυσόστομος κάνει ὅ,τι μπορεῖ γιά νά βοηθήσει. Τό Σάββατο ἐκεῖνο τό πρωΐ τελεῖ τή Θ. Λειτουργία στήν Ἁγία Φωτεινή. Εἶναι κάτωχρος ἀπό τήν ἀγρυπνία καί τή νηστεία. Ὅταν ὅμως βγαίνει στήν Ὡραία Πύλη, γονατίζει καί προσεύχεται. «Ἡ Θεία Πρόνοια –λέγει- δοκιμάζει τήν πίστιν μας καί τό θάρρος μας καί τήν ὑπομονήν μας τήν ὥραν αὐτήν. Ἀλλ’ ὁ Θεός δέν ἐγκαταλείπει τούς Χριστιανούς. Εἰς τάς τρικυμίας ἀναφαίνεται ὁ καλός ναυτικός καί εἰς τάς δοκιμασίας ὁ καλός Χριστιανός. Προσεύχεσθε καί θά παρέλθει τό ποτήριον τοῦτο. Θά ἴδωμεν πάλιν καλάς ἡμέρας καί θά εὐλογήσουμεν τόν Θεόν. Θαρρεῖτε ὡς ἐμπρέπει τούς καλούς χριστιανούς». Τά λόγια τοῦ Ποιμενάρχου παρηγοροῦν καί στηρίζουν τό λαό. Ἀλλά τά γεγονότα ἐπέρχονται ἀμείλικτα. Τήν ἴδια μέρα, ὁ ὁρκισμένος ἐχθρός του, ὁ στρατηγός Νουρεντίν Πασᾶς, ἄλλοτε σφαγέας τῆς Ἰωνίας, πού ἔχει εἰσέλθει στή Σμύρνη, ἐκδίδει προκήρυξη καλώντας Ἕλληνες καί Ἀρμενίους νά παραδώσουν τά ὅπλα. Στήν Ἁγ. Φωτεινή ὅμως ἐξελίσσονται ραγδαίως τά πράγματα. Τελειώνοντας ἡ θ. Λειτουργία καταφθάνει ἕνας ὑπαστυνόμος πού πληροφορεῖ τόν Χρυσόστομο ὅτι ὁ Φρούραρχος Σαλή Ζεκή βέης τόν ζητά στό Φρουραρχεῖο. Γαλήνιος ὁ Χρυσόστομος ἀποχαιρετᾶ τό πλῆθος, καί ἀναχωρεῖ μέ τόν κλητήρα του, Θωμᾶ Βούλτσο.
Ἀπό τήν κατάθεση τοῦ τελευταίου ἀπασπῶμε τίς πιό ἔγκυρες πληροφορίες. Ὁ φρούραρχος δέχτηκε τόν Χρυσόστομο, τοῦ προσέφερε βυσσινάδα καί τοῦ ὑπαγόρευσε μιά διαταγή. Μ’ ἕνα αὐτοκίνητο πού τούς παρεχώρησαν Ἀμερικανοί ἀξιωματικοί ἐπέστρεψαν στή Μητρόπολη. Ὁ Μητροπολίτης ἀντέγραψε καί κοινοποίησε στό λαό τή διαταγή τοῦ φρουράρχου: νά παραδοθοῦν τά ὅπλα καί ὅλοι νά μείνουν στά σπίτια τους. Στίς ὀκτώ τό βράδυ ἦλθε ὀ ἴδιος ἀστυνόμος μέ δύο ὁπλισμένους στρατιῶτες. Γιά τά παρακάτω ἀφήνουμε νά μιλήσει ὁ Θωμᾶς Βούλτσος πού ἔμεινε ἐπί μία 20ετία κοντά στόν Χρυσόστομο: «....Ἦλθαν νά πάρουν τό δεσπότη πῶς τον ζητᾶ ὁ νομάρχης, δέν εἶπαν τό ὄνομα, νά πάη στό διοικητήριο μέ τρεῖς δημογέροντες. Ἐπήραμε τόν Τσουρουκτζόγλου καί τόν Κλιμάνογλου καί ἐμπῆκαν οἱ τρεῖς καί οἱ ἀστυνομικοί στό αὐτοκίνητο, γιά μένα δέν εἶχε θέση καί μοὖπε ὁ δεσπότης νά περιμένω στή μητρόπολη. Στάς δέκα τό βράδυ ἕνας ἀπό τούς στρατιῶτες, πού ἦλθαν τό ἀπόγευμα,-ἔφερε μία κάρτα τοῦ δεσπότη γιά τόν ἀδελφό του Εὐγένιο. Τοῦ ἔγραφε: «Ἀγαπητέ ἀδελφέ, μᾶς ἐκράτησαν ἀπόψε ἐμέ ὡς πρόεδρον τῆς Μικρασιατικῆς ἀμύνης, τούς ἄλλους ὡς μέλη. Μήν ἀνησυχῆτε». Ὁ Εὐγένιος ἄρχισε νά κλαίη. Τό ἄλλο πρωΐ, Κυριακή, στάς 8 μέ στέλνει νά μάθω γιά τό δεσπότη. Εὐρήκα τό Ζαδέ τῆς τραπέζης. Πρίν μισή ὥρα συνάντησε τόν ὑπαστυνόμο πού εἶχε πάρει τό δεσπότη. Αὐτός τοῦ εἶπε πώς τό δεσπότη τόν χάλασαν, καθώς καί τούς δύο δημογέροντες. Ἔτσι ἔγιναν. Ὥς τήν Τετάρτη πού ἔφυγα δέν μπόρεσα νά μάθω τίποτα ἄλλο».
Ἡ μαρτυρία τοῦ G. Horton:
Ὅμως αὐτά πού δέν ἔμαθε ὁ πιστός Βούλτσος, γιά τίς τελευταῖες στιγμές τοῦ Χρυσοστόμου, τό μάθαμε ἀπό ἀλλοῦ, ἀπό μία ἀπροσδόκητη καί ἔγκυρη πηγή. Πρόκειται γιά τό βιβλίο τοῦ Ἀμερικανοῦ προξένου George Horton, «Ἡ κατάρα τῆς Ἀσίας». Ὁ Χόρτον ἔζησε ἀπό κοντά τό δράμα τῆς Σμύρνης, βοήθησε τόν πληθυσμό της καί τήν τραγούδησε στά ποίηματά του. Γράφει στίς σελ. 93-94 τοῦ βιβλίου του (ἑλληνική μετάφραση) τά ἀκόλουθα: «Ὅπως λέγουν (ὁ Νουρεντίν) εἶχε υἱοθετήσει τή μεσαιωνική ἰδέα νά παραδώσει τόν Μητροπολίτη στόν φανατικό ὄχλο, γιά νά τόν κάνει ὅ,τι ἤθελε. Δέν ὑπάρχουν ἐπαρκείς ἀποδείξεις τῆς ὀρθότητος αὐτῆς τῆς διαπιστώσεως, εἶναι ὅμως βέβαιο, ὅτι ὁ Μητροπολίτης θανατώθηκε ἀπ’ τόν ὄχλο. Ἐβιαιοπράγησαν ἐπάνω του, τοῦ ξερίζωσαν τή γενειάδα του, τόν ἐχτύπησαν μέ ρόπαλα καί μέ μαχαιριές, ὡσότου πέθανε καί ὕστερα τόν ἔσυραν σβαρνίζοντάς τον ἐπάνω στούς δρόμους. Τό μοναδικό του φταίξιμο ἦταν ὅτι ἦταν ἕνας Ἕλλην μέ μεγάλο πατριωτισμό καί εὐγλωττία πού ἐπιθυμοῦσε τήν πρόοδο τῆς φυλῆς του καί ἐργαζόταν γιά τό σκοπό αὐτό». Καί ὁ Χόρτον συμπληρώνει: «Πέθανε σάν μάρτυρας καί ἀξίζει νά τοῦ ἀπονεμηθοῦν ὕψιστες τιμές ἀπό τήν Ἑλληνική Ἐκκλησία καί τήν Ἑλληνική Κυβέρνηση...».
Ὁ Σμύρνης Χρυσόστομος λοιπόν, πέθανε εὐλογώντας τούς βασανιστές καί δημίους του. Πέθανε μέ θάνατο μαρτυρικό ἐπειδή ἦταν ὁ Μητροπολίτης, ὁ χριστιανός, ὁ ρωμηός, ὁ ἕλληνας.
Ὁ Χόρτον θά πεῖ:
«Ὁ Χρυσόστομος πέθανε ὡς μάρτυς. Ὁ Πολύκαρπος, ὁ ἅγιος πολιοῦχος τῆς Σμύρνης ἐκάει ζωντανός εἰς τό ὑπερκείμενον τῆς Σμύρνης στάδιον. Ὁ τοῦρκος κυριαρχεῖ σήμερον εἰς τήν γῆν τῶν Ἑπτά Ἐκκλησιῶν καί κανείς δέν τοῦ ἀνθίσταται, ἀλλά ἡ τελευταία σκηνή τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἐξοντώσεως τῆς χριστιανοσύνης ἐδοξάσθη ἀπό τόν ἠρωϊκόν θάνατον τοῦ τελευταίου Μητροπολίτου τῆς Σμύρνης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου